Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Η ακάλυπτη επιταγή

Ποιος άραγε δεν θυμάται τον Ανδρέα ( Αντώνη Καφετζόπουλο ) στη σειρά του Antenna «Και οι παντρεμένοι έχουν ψυχή»; Ο εν λόγω - γραφικός και συνηθισμένος πλέον στην ελληνική κοινωνία - χαρακτήρας, θεωρούσε σωστό να αφήνει απλήρωτες τις επιταγές που εξέδιδε, καθαρά για ιδεολογικούς λόγους, επειδή πίστευε ότι οι επιταγές δεν πρέπει να καλύπτονται! Όλα στη σειρά ήταν πολύ ωραία, ο Ανδρέας είχε ένα σπίτι τουλάχιστον 130 τ.μ. το οποίο δεν του το έκανε κατάσχεση ποτέ κανείς, μία όμορφη σύζυγο ( Ρένια Λουϊζίδου ) που δεν του τα φορούσε ποτέ, πολλές γκόμενες που ήταν ανά πάσα στιγμή διαθέσιμες στο πρώτο τηλεφώνημά του, κυκλοφορούσε με αυτοκίνητο πολυτελείας και είχε άπλετο χρόνο σε κάθε επεισόδιο να επισκεφτεί το φίλο του κτηνίατρο ( Γιώργο Παρτσαλάκη ) 2-3 φορές είτε στο κτηνιατρείο του είτε να μοιραστούν οι δύο τους μαζί με άλλους φίλους ένα ποτό στο μπαράκι.

Η ανωτέρω εικόνα δεν πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για τους αναγνώστες του παρόντος, καθώς είναι άκρως ουτοπική και ανεδαφική. Και αυτό γιατί ο εκδότης ακάλυπτης επιταγής μπορεί να υποστεί τα κάτωθι:

1) Αναγγελία της επιταγής στον Τειρεσία.

Με τη σφράγιση της επιταγής από την τράπεζα, λόγω έλλειψης διαθεσίμων κεφαλαίων για την κάλυψη της αξίας της στο λογαριασμό του εκδότη, η επιταγή αναγγέλλεται από το υποκατάστημα στον Τειρεσία και ο εκδότης της εισάγεται απευθείας στη μαύρη λίστα του. Αν η επιταγή σφραγίστηκε, λόγω ανάκλησης αυτής με επαρκές υπόλοιπο ( αν δηλαδή υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια για την πληρωμή της επιταγής στον κομιστή της, πλην όμως έδωσε ο εκδότης εντολή στην τράπεζα να μην την πληρώσει ), τότε ο εκδότης κερδίζει λίγο χρόνο, μέχρι την εγγραφή του στην black list of Tiresias, καθώς σε αυτήν την περίπτωση η σφραγισμένη επιταγή δεν αναγγέλλεται.

2) Παύση χορήγησης πίστωσης από τις Τράπεζες.

Η ως άνω εγγραφή του εκδότη της επιταγής στον Τειρεσία, γίνεται απευθείας γνωστή σε όλες της τράπεζες, εφόσον ο Τειρεσίας είναι διατραπεζική εταιρία με στόχο την παροχή πληροφοριών σε αυτές. Οι Τράπεζες μόλις λάβουν γνώση της σφράγισης παύουν τη χορήγηση οποιαδήποτε πίστωσης στον εκδότη της επιταγής.

Η αντίδραση αυτή των τραπεζών αποτελεί τον κανόνα, όμως δεν αποκλείονται και εξαιρέσεις, δηλαδή, ύστερα από συνεννόηση με το πιστωτικό ίδρυμα, εάν πεισθεί όταν δεν αντιμετωπίζετε - ακόμη - πραγματικό πρόβλημα αδυναμίας πληρωμών, να συνεχίσει την χορήγηση πίστωσης.

3) Συντηρητική κατάσχεση και απαγόρευση μεταβίβασης περιουσίας.

Ο δανειστής σας από την ακάλυπτη επιταγή, μπορεί, ύστερα από αίτησή του προς το αρμόδιο δικαστήριο, η οποία δικάζεται κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, να ζητήσει με δικαστική απόφαση, ακόμη και με την έκδοση προσωρινής διαταγής από τον πρόεδρο υπηρεσίας, την συντηρητική κατάσχεση, καθώς και την απαγόρευση της μεταβίβασης και την αλλαγή της νομικής και πραγματικής κατάστασης κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη.

4) Έκδοση διαταγής πληρωμής.

Ο δανειστής δύναται να ζητήσει με αίτησή του την έκδοση διαταγής πληρωμής από το αρμόδιο δικαστήριο σε βάρος, όχι μόνο του εκδότη της ακάλυπτης επιταγής, αλλά και των όλων των υπολοίπων οπισθογράφων της επιταγής, που το όνομά τους αναγράφεται επάνω από το δικό του στη σειρά των οπισθογραφήσεων στο πίσω μέρος του σώματος της επιταγής. Σε αυτή την περίπτωση σε δεινή θέση βρίσκεται ο ενδιάμεσος οπισθογράφος της επιταγής ο οποίος, ενώ δεν έχει ενημερωθεί για τη σφράγιση της επιταγής και πιστεύει ότι δεν οφείλει χρήματα, υποχρεούται σε καταβολή του ποσού της επιταγής προς εκτέλεση στον δανειστή που του κοινοποίησε τη διαταγή! Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη διαταγή πληρωμής αναφερθείτε στο σχετικό άρθρο του Νομικού Οδηγού.



5) Αναγγελία της διαταγής πληρωμής στον Τειρεσία.

Ακολούθως, η διαταγή πληρωμής αναγγέλλεται στον Τειρεσία. Το άγρυπνο μάτι της εταιρίας καταχωρίζει στη λίστα της τη διαταγή πληρωμής, με τα στοιχεία αυτών κατά των οποίων στρέφεται, μόνο όμως εφόσον ελέγξει ότι επιδόθηκε η διαταγή πληρωμής σε αυτούς. Σε αναπάντεχα δεινή θέση βρίσκεται πάλι ο ανυποψίαστος οπισθογράφος της επιταγής, ο οποίος, αναγκάζεται να πληρώσει την επιταγή προς εκτέλεση της διαταγής πληρωμής, ενώ έχει αποπληρώσει την οφειλή του, προκειμένου να αποφύγει την καταχώρισή του στα μαύρα κατάστιχα.

Αφού επιδοθεί αντίγραφο από το εκτελεστό απόγραφο της διαταγής πληρωμής σε αυτούς κατά των οποίων στρέφεται με επιταγή προς εκτέλεση, ύστερα από την παρέλευση τριών (3) εργασίμων ημερών, ο δανειστής μπορεί να προβεί σε κατάσχεση κάθε κινητής και ακίνητης περιουσίας αυτών. Για την άμυνα του οφειλέτη σε αυτήν την περίπτωση ανατρέξτε στο σχετικό άρθρο του Νομικού Οδηγού για την άμυνα κατά της διαταγής πληρωμής.

6) Έγκληση κατά του εκδότη της επιταγής.

Ο κομιστής της επιταγής, ενδιάμεσος ή και τελευταίος, δύναται να υποβάλλει κατά του εκδότη της έγκληση στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών εντός τριών (3) μηνών από τη σφράγισή της. Με την έγκληση, δεν επιδιώκεται η είσπραξη του ποσού της επιταγής, αλλά η ποινική τιμωρία του εκδότη της, με την απαγγελία φυλάκισης, είναι όμως ένα καλό μέσο πίεσης καθώς, εάν μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση στο δικαστήριο πληρώσει ο εκδότης και λάβει πίσω το σώμα της επιταγής, αθωώνεται.

7) Αγωγή αδικοπραξίας κατά του εκδότη της επιταγής.

Τέλος, τη βεντάλια συμπληρώνει ή άσκηση αγωγής αποζημίωσης από την αδικοπραξία της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής. Η πρακτική αξία του εν λόγω βοηθήματος είναι η απαγγελία από το αρμόδιο Δικαστήριο προσωπικής κράτησης κατά του εκδότη της επιταγής, ως μέσο εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί, χρονικής διάρκειας ανάλογα με το ποσό της ακάλυπτης επιταγής.

Συνάγεται λοιπόν εκ των ανωτέρω ότι ο «Ακάλυπτος» της καθημερινότητας, έχει στην πραγματικότητα πολλά περισσότερα προβλήματα από τον ακάλυπτο της κωμικής σειράς και - πλην ελαχίστων εξαιρέσεων - πόρρω απέχει από τον κυριλέ-cool-trendy-εραστή Αντώνη Καφετζόπουλο, ο οποίος με το συγκεκριμένο ρόλο μας έκανε να γελάμε για χρόνια.

πηγή: nomikosodigos.info

Ν. 5960/1933 ΠΕΡΙ ΕΠΙΤΑΓΗΣ


ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ
Είδος: ΝΟΜΟΣ
Αριθμός: 5960
Έτος: 1933
Τέθηκε σε ισχύ: 01.01.1934
Τίτλος
ΠΕΡΙ ΕΠΙΤΑΓΗΣ 
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΡΘΡΩΝ 
Αρθρο: 1
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
H επιταγή περιέχει:
1. Την ονομασιαν "επιταγή", καταχωριζομένην εν αυτώ τω κειμένω του τίτλου και εκφραζομένην, εν η γλώσση συντάσσεται ο τίτλος ούτος.
2. Την απλήν και καθαράν εντολήν περι πληρωμής ωρισμένου ποσού.
3. Το όνομα εκείνου, ο οποίος οφείλει να πληρώση (πληρωτής).
4. Την σημείωσιν του τόπου της πληρωμής.
5. Την σημείωσιν της χρονολογίας και του τόπου της εκδόσεως της επιταγής.
6. Την υπογραφήν του εκδίδοντος την επιταγήν (εκδότης). 
Αρθρο: 2
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο τίτλος εν τω οποίω ελλείπει εν εκ των εν τω προηγουμένω άρθρω αναφερομένων στοιχείων δεν ισχύει ως επιταγή, εκτός των περιπτώσεων των καθοριζομένων εις τα επόμενα εδάφια:
Εν ελλείψει ειδικής σημειώσεως ο παρά το όνομα του πληρωτού σημειούμενος τόπος θεωρείται ως τόπος της πληρωμής. Εάν πλειότεροι τόποι σημειώνται παρά το όνομα του πληρωτού η επιταγή ειναι πληρωτέα (εις τον τόπον όπου ο πληρωτής έχει το κύριον αυτού κατάστημα) «εις τον πρώτον σημειούμενον τόπον.
Η επιταγή η άνευ σημειώσεως του τόπου της πληρωμής θεωρείται πληρωτέα εν τω τόπω της εκδόσεως αυτής".
Η άνευ σημειώσεως του τόπου της εκδόσεως επιταγή θεωρείται ως εκδοθείσα εν τω τόπω τω σημειουμένω παραπλεύρως του ονόματος του εκδότου. 
Αρθρο: 3
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή εκδίδεται επί τραπεζίτου έχοντος κεφάλαια εις την διάθεσιν του εκδότου και επί της συμφωνίας, ρητής ή σιωπηράς, καθ' ην ο εκδότης έχει το δικαιωμα διαθέσεως των κεφαλαίων τούτων δι' επιταγής. Εν τούτοις εν περιπτώσει μη τηρήσεως των διατάξεων τούτων, η ισχύς του τίτλου της επιταγής δεν θίγεται.
Επιταγή εκδοθείσα και πληρωτέα εν Ελλάδι ισχύει ως επιταγή μόνον άν εξεδόθη επί τραπεζικής εταιρείας η επί ελληνικού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ασκούντος εργασίας τραπεζικάς. 
Αρθρο: 4
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή δεν είναι δεκτική αποδοχής. Μνεία περί αποδοχής γραφομένη επί της επιταγής, θεωρείται ως μη γεγραμμένη. 
Αρθρο: 5
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή δύναται να ορισθή πληρωτέα:
Εις πρόσωπον κατονομαζόμενον μετά ή άνευ ρητής ρήτρας "εις διαταγήν", εις πρόσωπον κατονομαζόμενον μετά της ρήτρας "ουχί εις διαταγήν" ή μετά ρήτρας ισοδυνάμου εις τον κομιστήν.
Η επιταγή υπέρ προσώπου κατονομαζομένου μετά της μνείας ή «εις τον κομιστήν" ή ισοδυνάμου φράσεως, ισχύει ως επιταγή εις τον κομιστήν. 
Η επιταγή η άνευ σημειώσεως του δικαιούχου ισχύει ως επιταγή εις τον κομιστήν. 
Αρθρο: 6
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή δύναται να εκδοθή εις διαταγήν αυτού του εκδότου. Η επιταγή δύναται να εκδοθή διά λογαριασμόν τρίτου.
Η επιταγή δύναται να εκδοθή επ' αυτού του εκδότου, μόνον εάν πρόκειται περί επιταγής εκδιδομένης μεταξύ διαφόρων καταστημάτων του αυτού εκδότου. Αλλ' εν τη εξαιρετική ταύτη περιπτώσει απαγορεύεται η έκδοσις της επιταγής εις τον κομιστήν. 
Αρθρο: 7
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Πάσα ρήτρα περί τόκων αναγραφομένη εν τη επιταγή θεωρείται ως μη γεγραμμένη. 
Αρθρο: 8
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή δύναται να είναι πληρωτέα εις την κατοικίαν τρίτου ειτε εν τω οικισμώ ένθα έχει την κατοικίαν αυτού ο πληρωτής, είτε εν άλλω οικισμώ, υπό τον όρον όμως ότι ο τρίτος είναι τραπεζίτης. 
Αρθρο: 9
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή της οποίας το ποσόν εγράφη συγχρόνως ολογράφως και αριθμητικώς ισχύει, εν περιπτώσει διαφοράς, δια το ποσόν το γραφέν ολογράφως.
Η επιταγή της οποίας το ποσόν εγγράφη πολλάκις είτε ολογράφως είτε αριθμητικώς ισχύει, εν περιπτώσει διαφοράς, μόνον δια το μικρότερον ποσόν. 
Αρθρο: 10
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εάν η επιταγή φέρη υπογραφάς προσώπων ανικάνων προς ανάληψιν υποχρεώσεως εξ επιταγής, υπογραφάς πλαστάς ή υπογραφάς ανυπάρκτων προσώπων ή υπογραφάς, αι οποίαι ένεκα παντός άλλου λόγου δεν δύνανται να υποχρεώσωσι τα πρόσωπα τα υπογράψαντα την επιταγήν ή επ' ονόματι των οποίων υπεγράφη αύτη, αι υποχρεώσεις των άλλων υπογραφέων παραμένουσιν ούχ ήττον έγκυροι. 
Αρθρο: 11
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο θέσας την υπογραφήν του επί επιταγής ως αντιπρόσωπος προσώπου, διά το οποίον δεν είχε την εξουσίαν να ενεργήση, υποχρεούται αυτός ούτος εκ της επιταγής και, εάν επλήρωσεν, έχει τα αυτά δικαιώματα, τα οποία θα είχεν ο φερόμενος ως εκπροσωπηθείς.
Το αυτό ισχύει επί αντιπροσώπου υπερβάντος την εαυτού εξουσίαν. 
Αρθρο: 12
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο εκδότης ευθύνεται δια την πληρωμήν.
Πάσα ρήτρα διά της οποίας ο εκδότης απαλλάσσεται της ευθύνης ταύτης θεωρείται ως μη γεγραμμένη. 
Αρθρο: 13
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εάν επιταγή, ατελής κατά την έκδοσιν, συνεπληρώθη εναντίον των γενομένων συμφωνιών, η μη τήρησις των συμφωνιών τούτων δύναται να αντιταχθή κατά του κομιστού μόνον, εάν ούτος απέκτησε την επιταγήν κακή τη πίστει ή εάν κατά την κτήσιν αυτής διέπραξε βαρύ πταίσμα. 
Αρθρο: 14
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή, ήτις εξεδόθη ως πληρωτέα υπέρ κατανομαζομένου προσώπου μετά ή άνευ ρητής ρήτρας εις διαταγήν δύναται να μεταβιβασθή δι' οπισθογραφήσεως.
Η επιταγή, ήτις εξεδόθη πληρωτέα υπέρ κατανομαζομένου προσώπου μετά της ρήτρας «ουχί εις διαταγήν» ή ισοδυνάμου ρήτρας, είναι μεταβιβάσιμος μόνον κατά τον τύπον και μετά των αποτελεσμάτων κοινής εκχωρήσεως. 
Η οπισθογράφησις δύναται να γίνη και υπέρ αυτού του εκδότου ή παντός άλλου υποχρέου. Τα πρόσωπα ταύτα δύνανται να οπισθογραφήσωσι την επιταγήν εκ νέου. 
Αρθρο: 15
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η οπισθογράφησις είναι απλή και καθαρά. Πας εν τη οπισθογραφήσει όρος θεωρείται ως μη γεγραμμένος.
Η μερική οπισθογράφησις είναι άκυρος.
Επίσης άκυρος είναι η υπό του πληρωτού οπισθογράφησις.
Η οπισθογράφησις εις τον κομιστήν ισχύει ως οπισθογράφησις εν λευκώ. Η οπισθογράφησις προς τον πληρωτήν ισχύει μόνον ως εξόφλησις, εκτός εάν ο πληρωτής έχη πλείονα καταστήματα, η δε οπισθογράφησις γίνεται υπέρ καταστήματος διαφόρου εκείνου εφ' ου η επιταγή εξεδόθη. 
Αρθρο: 16
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η οπισθογράφησις γράφεται επί της επιταγής ή φύλλου προσαρτωμένου εις αυτήν, (πρόσθεμα). Υπογράφεται υπό του οπισθογράφου. Η οπισθογράφησις δύναται να μη σημειοί τον δικαιούχον ή να συνίσταται απλώς εις την υπογραφήν του οπισθογράφου, (οπισθογράφησις εν λευκώ). Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει η οπισθογράφησις ίνα είναι ισχυρά, πρέπει να γράφηται όπισθεν της επιταγής ή επί του προσθέματος. 
Αρθρο: 17
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η οπισθογράφησις μεταβιβάζει πάντα τα απορρέοντα εκ τη επιταγής δικαιώματα.
Αν η οπισθογράφησις είναι εν λευκώ, ο κομιστής δύναται:
1) Να συμπληρωθή το λευκόν είτε διά του ονόματος αυτού είτε διά του ονόματος άλλου προσώπου.
2) Να οπισθογραφήση εκ νέου την επιταγήν είτε εν λευκώ είτε υπέρ άλλου προσώπου.
3) Να παραδώση την επιταγήν εις τρίτον άνευ συμπληρώσεως του λευκού και άνευ οπισθογραφήσεως. 
Αρθρο: 18
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο οπισθογράφος εκτός εναντιας ρήτρας ευθύνεται διά την πληρωμήν. Δύναται να απαγορεύση νέαν οπισθογράφησιν εν τη περιπτώσει ταύτη δεν ευθύνεται έναντι των προσώπων, προς τα οποία η επιταγή οπισθογραφήθη μεταγενέστερον. 
Αρθρο: 19
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο κάτοχος οπισθογραφησίμου επιταγής θεωρείται νόμιμος κομιστής εάν στηρίζη το δικαίωμά του επί αδιακόπου σειράς οπισθογραφήσεων και εάν έτι η τελευταία οπισθογράφησις είναι εν λευκώ. Αι διαγεγραμμέναι οπισθογραφήσεις θεωρούνται από της απόψεως ταύτης ως μη γεγραμμέναι. Οταν οπισθογράφησις εν λευκώ ακολουθήται υπ' άλλης οπισθογραφήσεως, ο υπογραφεύς ταύτης θεωρείται ότι απέκτησε την επιταγήν διά της εν λευκώ οπισθογραφήσεως. 
Αρθρο: 20
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Οπισθογράφησις επί επιταγής εις τον κομιστήν καθιστά τον οπισθογράφον υπεύθυνον κατά τους όρους των διατάξεων των διεπουσών την αναγωγήν εν τούτοις δεν μετατρέπει τον τίτλον εις επιταγήν εις διαταγήν. 
Αρθρο: 21
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εάν τις εστερήθη της κατοχής της επιταγής εξ οιουδήποτε γεγονότος, ο κομιστής εις ον περιήλθεν η επιταγή είτε πρόκειται περί επιταγής εις τον κομιστήν είτε πρόκειται περί επιταγής οπισθογραφησίμου, δι' ήν ο κομιστής θεμελιοί το δικαίωμα αυτού κατά τον εν άρθρω 19 οριζόμενον τρόπον δεν υποχρεούται να αποξενωθή της επιταγής, εκτός εάν απέκτησεν αυτήν κακή τη πίστει ή εάν κατά την κτήσιν αυτής διέπραξε βαρύ πταίσμα. 
Αρθρο: 22
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Τα εξ επιταγής αναγόμενα πρόσωπα δύνανται να αντιτάξωσι κατά του κομιστού τας ενστάσεις τας στηριζομένας επί των προσωπικών σχέσεων αυτών μετά του εκδότου ή των προηγουμένων κομιστών, μόνον εάν ο κομιστής κατά την κτήσιν της επιταγής ενήργησεν εν γνώσει προς βλάβην του οφειλέτου. 
Αρθρο: 23
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Οσάκις η οπισθογράφησις περιέχη την μνειαν "αξία εις κάλυψιν","προς είσπραξιν", "κατά πληρεξουσιότητα" ή πάσαν άλλην μνείαν ενέχουσαν απλήν εντολήν, ο κομιστής δύναται ν' ασκήση πάντα τα εκ της επιταγής απορρέοντα δικαιώματα, αλλά δεν δύναται να οπισθογραφήση αυτήν ειμή λόγω πληρεξουσιότητος.
Οι υπόχρεοι δύνανται εν τη περιπτώσει ταύτη να επικαλεσθώσι κατά του κομιστού μόνον τας ενστάσεις, αι οποίαι θα ηδύναντο να αντιταχθώσι κατά του οπισθογράφου.
Η εντολή, η περιεχομένη εν τη λόγω πληρεξουσιότητος οπισθογραφήσει, δεν περατούται διά του θανάτου του εντολέως ή της επιγενομένης ανικανότητος αυτού. 
Αρθρο: 24
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η οπισθογράφησις, η γενομένη μετά το διαμαρτυρικόν ή μετά την ισοδύναμον βεβαίωσιν ή μετά την λήξιν της προθεσμίας της εμφανίσεως, παράγει μόνον τα αποτελέσματα κοινής εκχωρήσεως. Εκτός εναντίας αποδείξεως, η αχρονολόγητος οπισθογράφησις θεωρείται γενομένη προ του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως ή προ της λήξεως της προβλεπομένης εν τη προηγουμένη παραγράφω προθεσμίας. 
Αρθρο: 25
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η πληρωμή επιταγής δύναται να ασφαλισθή δι' ολόκληρον ή διά μέροςτου ποσού αυτής δια τριτεγγυήσεως.
Η ασφάλεια αύτη παρέχεται παρά τρίτου, εξαιρέσει του πληρωτού, ή και παρ' υπογραφέως της επιταγής. 
Αρθρο: 26
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η τριτεγγύησις παρέχεται επί της επιταγής ή επί προσθέματος. Εκφράζεται διά των λέξεων "δια τριτεγγύησιν" ή δια πάσης άλλης ισοδυνάμου φράσεως υπογράφεται υπό του τριτεγγυητού.
Θεωρείται ως προκύπτουσα εκ μόνης της υπογραφής του τριτεγγυητού, τεθειμένης επί του εμπροσθίου μέρους της επιταγής, εκτός αν πρόκειται περί της υπογραφής του εκδότου.
Εν τη τριτεγγυήσει σημειούται διά λογαριασμόν τίνος δίδεται αύτη. Ελλείψει σημειώσεως θεωρείται δοθείσα υπέρ του εκδότου. 
Αρθρο: 27
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο τριτεγγυητής ενέχεται καθ' ον τρόπον και ο υπέρ ου η τριτεγγύησις. Η υποχρέωσις αυτού είναι ισχυρά και όταν η ενοχή, υπέρ ης ηγγυήθη είναι άκυρος λόγω πάσης άλλης αιτίας, εκτός ελαττώματος περί τον τύπον.
Ο τριτεγγυητής, πληρώνων την επιταγήν, αποκτά τα εκ της επιταγής απορρέοντα δικαιώματα εναντίον του υπέρ ου η εγγύησις και εναντίον εκείνων, οι οποίοι ενέχονται απέναντι του τελευταίου τούτου δυνάμει της επιταγής. 
Αρθρο: 28
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή είναι πληρωτέα εν όψει. Πάσα αντίθετος μνεία θεωρείται μη γεγραμμένη.
Η επιταγή εμφανιζομένη προς πληρωμήν προ της ημέρας της σημειουμένης ως χρονολογίας της εκδόσεως αυτής είναι πληρωτέα την ημέραν της εμφανίσεως. 
Αρθρο: 29
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η επιταγή, η εκδοθείσα και πληρωτέα εν τη αυτή χώρα εμφανίζεται προς πληρωμήν εντός προθεσμίας οκτώ ημερών.
Η επιταγή, η εκδοθείσα εις χώρον διάφορον της της πληρωμής εμφανίζεται εντός προθεσμίας είτε είκοσιν ημερών είτε εβδομήκοντα ημερών, εφ' όσον ο τόπος της εκδόσεως και ο τόπος της πληρωμής κείνται εις την αυτήν ή άλλην ήπειρον.
Από της απόψεως ταύτης αι επιταγαί, αι εκδοθείσαι εν χώρα της Ευρώπης και πληρωτέαι εν χώρα περί την Μεσόγειον ή αντιθέτως, θεωρούνται ως εκδοθείσαι και πληρωτέαι εις την αυτήν ήπειρον. 
Αφετηρία των ανωτέρω σημειουμένων προθεσμιών, είναι η επί της επιταγής, ως χρονολογία εκδόσεως αναγραφομένη ημέρα. 
Αρθρο: 30
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εάν η επιταγή εξεδόθη μεταξύ δύο τόπων εχόντων διάφορα ημερολόγια,η ημέρα της εκδόσεως ανάγεται εις την ημέραν την αντίστοιχον του ημερολογίου του τόπου της πληρωμής. 
Αρθρο: 31
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η εμφάνισις εις συμψηφιστικό γραφείον ισοδυναμεί προς εμφάνισιν προς πληρωμήν.
Δια Π.Δ. προκαλουμένου υπό των Υπουργών της Δικαιοσύνης και της Εθνικής Οικονομίας δύναται να καθορίζηται τίνα θεωρούνται συμψηφιστικά γραφεία εν Ελλάδι. 
Αρθρο: 32
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η ανάκλησις της επιταγής ισχύει μόνον μετά την έκπνευσιν της προθεσμίας εμφανίσεως.
Ελλείψει ανακλήσεως ο πληρωτής δύναται να πληρώση και μετά την έκπνευσιν της προθεσμίας εμφανίσεως. 
Αρθρο: 33
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ούτε ο θάνατος του εκδότου, ούτε η μετά την έκδοσιν της επιταγής επερχομένη ανικανότης αυτού θίγουσι τα αποτελέσματα της επιταγής. 
Αρθρο: 34
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο πληρωτής, πληρώνων την επιταγήν, δύναται ν' απαιτήση όπως τω εγχειρισθή αύτη εξωφλημένη υπό του κομιστού. Ο κομιστής δεν δύναται ν' αρνηθή μερικήν πληρωμήν. Επί μερικής πληρωμής ο πληρωτής δύναται ν’ απαιτήση ίνα γίνη μνεία της τοιαύτης πληρωμής επί της επιταγής και να δοθή περί αυτής εξόφλησις. 
Αρθρο: 35
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο πληρωτής, ο πληρώνων επιταγήν οπισθογραφήσιμον, υποχρεούται να εξακριβώση την κανονικότητα της συνεχείας των οπισθογραφήσεων, ουχί όμως και την υπογραφήν των οπισθογράφων. 
Αρθρο: 36
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εάν επιταγή εξεδόθη πληρωτέα εις νόμισμα, μη κυκλοφορούν εν τω τόπω της πληρωμής, το ποσόν δύναται να πληρωθή εντός προθεσμιας της εμφανίσεως της επιταγής, εις το νόμισμα του τόπου κατά την αξίαν αυτού εν τη ημέρα της πληρωμής. Εάν η πληρωμή δεν επραγματοποιήθη κατά την εμφάνισιν ο κομιστής δύναται κατ' εκλογήν αυτού ν' απαιτήση όπως το ποσόν της επιταγής πληρωθή εις το νόμισμα του τόπου κατά την τρέχουσαν τιμήν της ημέρας είτε της εμφανίσεως είτε της πληρωμής. 
Αι συνήθειαι του τόπου της πληρωμής χρησιμεύουσιν προς καθορισμόν της αξίας του ξένου νομίσματος. Ουχ ήττον ο εκδότης δύναται να ορίση ίνα το πληρωτέον ποσόν υπολογισθή κατά την εν τη επιταγή καθοριζομένην τρέχουσαν τιμήν.
Οι προηγούμενοι κανόνες δεν εφαρμόζονται εν η περιπτώσει ο εκδότης όρισεν ότι η πληρωμή θέλει γίνει εις σημειούμενο νόμισμα (ρήτρα πραγματικής εις αλλοδαπόν νόμισμα πληρωμής).
Επί εξαιρετικών όμως περιπτώσεων, αφορωσών την τρέχουσαν τιμήν του ελληνικού νομίσματος, τα αποτελέσματα της εν τω προηγουμένω εδαφίω ρήτρας δύνανται να αναιρώνται εκάστοτε δια νόμων, προκειμένου περί επιταγών πληρωτέων εν Ελλάδι, εκδιδομένων είτε εν Ελλάδι ειτε εν τη αλλοδαπή.
Εάν το ποσόν της επιταγής σημειωθή εις νόμισμα έχον την αυτήν ονομασίαν αλλά διάφορον αξίαν εν τω τόπω της εκδόσεως και εν τω τόπω της πληρωμής, τεκμαίρεται το νόμισμα του τόπου της πληρωμής. 
Αρθρο: 37
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο εκδότης ή ο κομιστής επιταγής δύναται να διγραμμίση αυτήν, χωρούντων των εν τω επομένω άρθρω σημειουμένων αποτελεσμάτων.
Η διγράμμισις γίνεται δια δύο παραλλήλων γραμμών τιθεμένων επί του έμπροσθεν μέρους της επιταγής. Δύναται να είναι γενική ή ειδική. 
Η διγράμμισις είναι γενική, εάν αύτη ουδεμίαν εντός των δύο γραμμών φέρη σημείωσιν ή την μνείαν «τραπεζίτης" ή ισοδύναμον όρον είναι ειδική εάν το όνομα τραπεζίτου αναγράφεται εντός των δύο γραμμών. 
Η γενική διγράμμισις δύναται να μετατροπής εις ειδικήν τοιαύτην, αλλά η ειδική διαγράμμισις δεν δύναται να μετατραπεί εις γενικήν.
Η διαγραφή της διγραμμίσεως ή του ονόματος του σημειουμένου τραπεζίτου θεωρείται μη γενομένη. 
Αρθρο: 38
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Επιταγή μετά ειδικής διγραμμίσεως δύναται να πληρωθή υπό του πληρωτού μόνον εις τον σημειούμενον τραπεζίτην ή, εάν ούτος είναι ο πληρωτής, εις πελάτην αυτού. Εν τούτοις ο σημειούμενος τραπεζίτης δύναται να στραφή επί τω σκοπώ εισπράξεως εις άλλον τραπεζίτην.
Τραπεζίτης δύναται ν' αποκτήση δίγραμμον επιταγήν, μόνον παρά τινός τωνπελατών αυτού ή παρ' άλλου τραπεζίτου. Δεν δύναται να εισπράξη αυτήν διά λογαριασμόν άλλων προσώπων πλήν τούτων.
Επιταγή φέρουσα πλείονας ειδικάς διγραμμίσεις δύναται να πληρωθή υπό του πληρωτού μόνον, εάν υπάρχωσι δύο διγραμμίσεις, εκ των οποίων η μία επί σκοπώ εισπράξεως δια συμψηφιστικού γραφείου.
Ο πληρωτής ή ο τραπεζίτης, ο μη τηρών τας ανωτέρω διατάξεις, ευθύνεται δια την εντεύθεν ζημίαν μέχρι του ποσού της επιταγής. 
Αρθρο: 39
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο εκδότης ως και ο κομιστής της επιταγής δύναται ν' απαγορεύση την εις χρήματα πληρωμήν αυτής, καταχωρίζων εις το έμπροσθεν μέρος αυτής πλαγίως την μνείαν "πληρωτέα εις λογαριασμόν" ή ισοδύναμον φράσιν. Εν τη περιπτώσει ταύτη η επιταγή δύναται να παράσχη από μέρους του πληρωτού αφορμήν μόνον εις λογιστικόν κανονισμόν (πίστωσις εις λογαριασμόν, γύρος ή συμψηφισμός). Ο λογιστικός κανονισμός ισχύει ως πληρωμή. Η διαγραφή της μνείας "πληρωτέα εις λογαριασμόν" θεωρείται μη γενομένη. Ο πληρωτής, ο μη τηρών τας ανωτέρω διατάξεις ευθύνεται δια την εντεύθεν ζημίαν μέχρι του ποσού της επιταγής. 
Αρθρο: 40
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο κομιστής δύναται ν' ασκήση την αναγωγήν αυτού κατά των οπισθογράφων, του εκδότου και των άλλων υποχρέων, μόνον εάν η επιταγή εμφανισθείσα εγκαίρως δεν επληρώθη και εάν η άρνησις της πληρωμής βεβαιούται:
1) Είτε δια δημοσίου εγγράφου (διαμαρτυρικού).
2) Είτε δια δηλώσεως του πληρωτού, χρονολογουμένης και γραφομένης επί της επιταγής μετά σημειώσεως της ημέρας της εμφανίσεως.
3) Είτε δια χρονολογουμένης δηλώσεως γραφείου συμψηφισμού βεβαιούσης, ότι η επιταγή ενεχειρίσθη εγκαίρως και δεν επληρώθη. 
Αρθρο: 41
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Το διαμαρτυρικό ή η ισοδύναμος βεβαίωσις γίνεται πρό της εκπνεύσεως της προθεσμίας της εμφανίσεως.
Εάν η εμφάνισις έλαβε χώραν την τελευταίαν ημέραν της προθεσμίας, το διαμαρτυρικόν ή η ισοδύναμος βεβαίωσις δύναται να γίνη την πρώτην επομένην εργάσιμον ημέραν. 
Αρθρο: 42
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο κομιστής ειδοποιεί περί της ελλείψεως της πληρωμής τον οπισθογράφον αυτού και τον εκδότην εντός των τεσσάρων εργασίμων ημερών, των επομένων της ημέρας του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως και εν περιπτώσει της ρήτρας "ανέξοδος επιστροφή", των επομένων της ημέρας της εμφανίσεως.
Πας οπισθογράφος εντός των δύο εργασίμων ημερών, των επομένων της ημέρας, καθ' ην έλαβε την ειδοποίησιν, γνωστοποιεί εις τον οπισθογράφον αυτού την υπ' αυτού ληφθείσαν ειδοποίησιν, σημειών τα ονόματα και τας διευθύνσεις των ενεργησάντων τας προηγουμένας ειδοποιήσεις και ούτω καθ' εξής αναδρομικώς μέχρι του εκδότου. Αι ανωτέρω σημειωθείσαι προθεσμίαι τρέχουσιν από της λήψεως της προηγουμένης ειδοποιήσεως.
Οταν συμφώνως τω προηγουμένω εδαφίω γίνεται ειδοποίησις εις υπογραφέα της επιταγής, η αυτή ειδοποίησις γίνεται, εντός της αυτής προθεσμίας, προς τον τριτεγγυητήν αυτού.
Εάν οπισθογράφος δεν εσημείωσε την διεύθυνσίν του ή εσημείωσεν αυτήν κατά τρόπον δυσανάγνωστον, αρκεί η ειδοποίησις προς τον προηγούμενον οπισθογράφον.
Ο υπόχρεος προς ειδοποίησιν δύναται να πράξη τούτο υφ' οιονδήποτε τύπον και δι' απλής επιστροφής της επιταγής.
Οφείλει ν' αποδείξη ότι ενήργησε την ειδοποίησιν εντός της προθεσμίας. Η προθεσμία αύτη θεωρείται τηρηθείσα, εάν επιστολή, περιέχουσα την ειδοποίησιν, εδόθη εις το ταχυδρομείον εντός της ειρημένης προθεσμίας.
Ο μη ειδοποιήσας εντός της ανωτέρω προθεσμίας, δεν υπόκειται εις έκπτωσιν ευθύνεται ενδεχομένως διά την προξενηθείσαν εκ της αμελείας του ζημίαν, της αποζημιώσεως μη δυναμένης να υπερβή το ποσόν της επιταγής. 
Αρθρο: 43
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο εκδότης, ο οπισθογράφος ή ο τριτεγγυητής δύναται δια της ρήτρας "ανέξοδος επιστροφή", "άνευ διαμαρτυρικού" ή πάσης άλλης ισοδυνάμου ρήτρας, αναγεγραμμένης επί του τίτλου και υπογεγραμμένης παρ' αυτού, ν' απαλλάξη τον κομιστήν της προς άσκησιν της αναγωγής αυτού συντάξεως διαμαρτυρικού ή ισοδυνάμου βεβαιώσεως.
Η ρήτρα αύτη δεν απαλλάσσει τον κομιστήν από της εμφανίσεως της επιταγής εντός της διαγραφομένης προθεσμίας ούτε από των ειδοποιήσεων. Η απόδειξις της μη τηρήσεως της προθεσμίας βαρύνει τον επικαλούμενον αυτήν κατά του κομιστού.
Εάν η ρήτρα ανεγράφη υπό του εκδότου, παράγει τα αποτελέσματα αυτής έναντι πάντων των υπογραφέων εάν ανεγράφη υπό οπισθογράφου ή τριτεγγυητού, παράγει τα αποτελέσματα αυτής μόνον έναντι αυτού τούτου. 
Εάν, παρά την υπό του εκδότου αναγραφείσαν ρήτραν, ο κομιστής ενήργησε την σύνταξιν του διαμαρτυρικού ή την ισοδύναμον βεβαίωσιν, τα έξοδα βαρύνουσιν αυτόν. Οταν η ρήτρα προέρχεται εξ οπισθογράφου ή τριτεγγυητού τα έξοδα του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως, εν περιπτώσει συντάξεως τοιαύτης πράξεως, δύνανται να εισπραχθώσιν παρά παντός υπογραφέως. 
Αρθρο: 44
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Πάντες οι εξ επιταγής υπόχρεοι ευθύνονται αλληλεγγύως προς τον κομιστήν.
Ο κομιστής δικαιούται να εναγάγη πάντα τα πρόσωπα ταύτα ατομικώς ή ομαδικώς μη υποχρεούμενος να τηρήση την σειράν, καθ' ην είναι ούτοι υπόχρεοι.
Το αυτό δικαίωμα έχει πας υπογραφεύς της επιταγής, ο οποίος επλήρωσεν αυτήν.
Η αγωγή, η εγερθείσα καθ' ενός των υποχρέων δεν κωλύει την αγωγήν κατά των άλλων, καίτοι επομένων του αρχικώς εναχθέντος. 
Αρθρο: 45
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
Ο κομιστής δύναται ν' απαιτήση παρά του καθ' ου ασκεί αναγωγήν: 
1. Το ποσόν της μη πληρωθείσης επιταγής.
2. Τους τόκους προς 6% από της ημέρας της εμφανίσεως, "οίτινες όμως επί επιταγής εκδιδομένης και πληρωτέας εν Ελλάδι υπολογίζονται κατά τον εν Ελλάδι ισχύοντα νόμιμον τόκον".
3. Τα έξοδα του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως, τα των γενομένων ειδοποιήσεων ως και τα άλλα έξοδα. 
Αρθρο: 46
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο πληρώσας την επιταγήν δύναται ν' απαιτήση παρά των προς αυτόν ευθυνομένων:
1. Ολόκληρον το υπ' αυτού πληρωθέν ποσόν.
2. Τους τόκους του ειρημένου ποσού, υπολογιζομένους προς 6% από της ημέρας καθ' ήν κατέβαλε το ποσόν "τηρουμένης της ειδικής περιπτώσεως του αριθμού 2 του προηγουμένου άρθρου".
3. Τα υπ' αυτού γενόμενα έξοδα. 
Αρθρο: 47
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Πας υπόχρεος, κατά του οποίου ασκείται αναγωγή ή όστις υπόκειται εις αναγωγήν, δύναται ν' απαιτήση κατά την πληρωμήν την προς αυτόν παράδοσιν της επιταγής μετά του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως και εξωφλημένου λογαριασμού.
Πας οπισθογράφος, ο οποίος επλήρωσε την επιταγή δύναται να διαγράψη την οπισθογράφισίν του, ως και τας των επομένων οπισθογράφων. 
Αρθρο: 48
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
Οταν η εμφάνισις της επιταγής ή η σύνταξις του διαμαρτυρικού ή της ισοδυνάμου βεβαιώσεως εντός των τεταγμένων προθεσμιών εμποδίζηται λόγω ανυπερβλήτου κωλύματος (διάταξις νόμου οιουδήποτε κράτους ή άλλη περίπτωσις ανωτέρας βίας), αι προθεσμίαι αύται παρατείνονται. 
Ο κομιστής υποχρεούται να ειδοποιήση ανυπερθέτως περί της περιπτώσεως της ανωτέρας βίας τον οπισθογράφον του και να κάμη μνείαν της ειδοποιήσεως ταύτης, χρονολογουμένην και υπογργραμμένην υπ’ αυτού επί της επιταγής ή επί προσθέματος. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 42.
Μετά την παύσιν της ανωτέρας βίας ο κομιστής εμφανίζει ανυπερθέτως την επιταγήν προς πληρωμήν και ενδεχομένως προκαλεί την σύνταξιν διαμαρτυρικού ή την ισοδύναμον βεβαίωσιν.
Εάν η ανωτέρα βία παρατείνηται πέραν των δέκα πέντε ημερών από της ημέρας καθ' ην ο κομιστής ειδοποίησεν, έστω και προ της εκπνεύσεως της προθεσμίας της εμφανίσεως, τον οπισθογράφον αυτού περί της ανωτέρας βίας, η αναγωγή δύναται να ασκηθή μη ούσης αναγκαίας μήτε της εμφανίσεως μήτε του διαμαρτυρικού μήτε ισοδυνάμου βεβαιώσεως. 
Γεγονότα καθαρώς προσωπικά ως προς τον κομιστήν ή ως προς εκείνον, εις ον ούτος ανέθηκε την εμφάνισιν της επιταγής ή την σύνταξιν του διαμαρτυρικού ή την ενέργειαν της ισοδυνάμου βεβαιώσεως δεν θεωρούνται ως αποτελούντα περίπτωσιν ανωτέρας βίας. 
Αρθρο: 49
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εξαιρέσει των εις τον κομιστήν επιταγών πάσα επιταγή εκδοθείσα εν μια χώρα και πληρωτέα εν άλλη ή εις υπερπόντιον μέρος της αυτής χώρας και αντιθέτως είτε εκδοθείσα και πληρωτέα εν τω αυτώ μέρει ή εις διάφορα μέρη υπερπόντια της αυτής χώρας δύναται να εκδοθή εις πλείονα του αυτού περιεχομένου αντίτυπα. Εάν η επιταγή εξεδόθη εις πλείονα αντίτυπα, τα αντίτυπα ταύτα αριθμούνται εν αυτώ τω κειμένω του τίτλου, τούτου δε μη γενομένου, έκαστον εξ αυτών θεωρείται ως αυτοτελής επιταγή. Αρθρο: 50
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η πληρωμή, η γενομένη εφ' ενός των αντιτύπων, απαλλάσσει και όταν δεν συνεφωνήθη ότι η πληρωμή αύτη ακυροί την δύναμιν των άλλων αντιτύπων. 
Ο οπισθογράφος, ο μεταβιβάσας τα αντίτυπα εις διάφορα πρόσωπα, ως και οι επόμενοι οπισθογράφοι υποχρεούνται δια πάντα τα φέροντα την υπογραφήν των και μη επιστραφέντα αντίτυπα. 
Αρθρο: 51
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εν περιπτώσει αλλοιώσεως του κειμένου της επιταγής οι μεταγενέστεροι της αλλοιώσεως ταύτης υπογραφείς υποχρεούνται εντός των όρων του αλλοιωθέντος κειμένου, οι προγενέστεροι υπογραφείς υποχρεούνται εντός των όρων του αρχικού κειμένου. 
Αρθρο: 52
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι εξ αναγωγής αγωγαί του κομιστού κατά των οπισθογράφων, κατά του εκδότου και κατά των άλλων υποχρέων παραγράφονται μετά εξ μήνας από της λήξεως της προθεσμίας προς εμφάνισιν.
Αι εξ αναγωγής αγωγαί των διαφόρων πρός πληρωμήν της επιταγής υποχρέων των μεν κατά των δε παραγράφονται μετά εξ μήνας από της ημέρας, καθ' ην ο υπόχρεος επλήρωσε την επιταγήν ή από της ημέρας, καθ' ην αυτός ούτος ενήχθη. 
Αρθρο: 53
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η διακοπή της παραγραφής έχει αποτέλεσμα μόνον κατ' εκείνου, ως προς τον οποίον έλαβε χώραν το γεγονός το διακόπτον την παραγραφήν. 
Αρθρο: 54
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εν τω παρόντι νόμω η λέξις τραπεζίτης περιλαμβάνει και φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα εξομοιούμενα υπό του νόμου προς τραπεζίτας. 
Αρθρο: 55
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η εμφάνισις και το διαμαρτυρικόν επιταγής δύνανται να γίνωσι μόνον εν εργασίμω ημέρα.
Εάν η τελευταία ημέρα της υπό του νόμου τασσομένης προθεσμίας δια την εκπλήρωσιν των πράξεων των σχετικών προς την επιταγήν και ιδία δια την εμφάνισιν ή δια την σύνταξιν του διαμαρτυρικού ή δια την ενέργειαν ισοδυνάμου πράξεως είναι ημέρα νόμιμος εορτάσιμος, η προθεσμία αύτη παρατείνεται μέχρι της πρώτης μετά την έκπνευσιν της προθεσμίας εργασίμου ημέρας. Αι διάμεσοι εορτάσιμοι ημέραι περιλαμβάνονται εν τω υπολογισμώ της προθεσμίας. 
Αρθρο: 56
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
Αι υπό του παρόντος νόμου προβλεπόμεναι προθεσμίαι δεν περιλαμβάνουσι την ημέραν της αφετηρίας αυτών. 
Αρθρο: 57
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ουδεμία ημέρα χάριτος είτε νόμιμος είτε δικαστική επιτρέπεται. 
Αρθρο: 58
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
Ικανός πρός ανάληψιν υποχρεώσεως εξ επιταγής είναι πας ικανός όπως υποχρεωθή εκ συμβάσεως, εκ δε των μη ικανών μόνον ο ανήλικος, ο τηρήσας τας διατυπώσεις του Νόμου δια την απόκτησιν της ικανότητος προς ενέργειαν εμπορικών πράξεων. 
Αρθρο: 59
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι εξ επιταγής δικαιοπραξίαι είναι εμπορικοί. 
Αρθρο: 60
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Εν περιπτώσει είτε εκπτώσεως του κομιστού είτε παραγραφής της εξ επιταγής αναγωγής χωρεί κατά του εκδότου ή κατά των οπισθογράφων αγωγή εξ αδικαιολογήτου πλουτισμού.
Η αγωγή αύτη παραγράφεται μετά πενταετίαν από της χρονολογίας της εκδόσεως της επιταγής. 
Αρθρο: 61
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Οι λόγοι διακοπής και αναστολής των κατά τον παρόντα Νόμον παραγραφών διέπονται υπό των διατάξεων περί παραγραφής και περί βραχυπροθέσμου παραγραφής. 
Αρθρο: 62
Ημ/νία: 01.01.1934

Κείμενο Αρθρου
"Νόμιμοι εορτάσιμοι ημέραι εν τη εννοία του παρόντος Νόμου είναι πάσα Κυριακή και πάσα ημέρα πλήρους αργίας των Δημοσίων Γραφείων ή των Τραπεζών". 
Αρθρο: 63
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Το διαμαρτυρικόν συντάσσεται υπό συμβολαιογράφου, άνευ προσλήψεως μαρτύρων εν τω τόπω της πληρωμής.
Υπαρχόντων πλειόνων πληρωτών συντάσσεται εν μόνον διαμαρτυρικόν. Το διαμαρτυρικόν περιέχει αντιγραφήν της επιταγής, μνημονεύει α) την υπό του συμβολαιογράφου πρόσκλησιν πρός πληρωμήν, β) εάν είναι παρόντες ή απόντες ο πληρωτής ή οι τυχόν πλείονες πληρωταί και γ) τα τυχόν δηλωθέντα υπ' αυτών αίτια της αρνήσεως της πληρωμής.
Επί απωλείας επιταγής το διαμαρτυρικόν δύναται να μη περιέχη αντιγραφήν της επιταγής. 
Αρθρο: 64
Ημ/νία: 15.09.1968
Κείμενο Αρθρου
Το άρθρο 64 καταργήθηκε με το άρθρο 45 του ΕισΝΚΠολΔ (Α.Ν. 44/1967). 
Αρθρο: 65
Ημ/νία: 15.09.1968
Κείμενο Αρθρου
Το άρθρο 65 καταργήθηκε με το άρθρο 45 του ΕισΝΚΠολΔ (Α.Ν. 44/1967). 
Αρθρο: 66
Ημ/νία: 15.09.1968
Κείμενο Αρθρου
Το άρθρο 66 καταργήθηκε με το άρθρο 45 του ΕισΝΚΠολΔ (Α.Ν. 44/1967). 
Αρθρο: 67
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο κατά το άρθρον 21 κομιστής εάν δεν απέκτησε την απολεσθείσαν επιταγήν κακή τη πίστει ή δεν διέπραξε κατά την κτήσιν αυτής βαρύ πταίσμα δύναται να ασκήση κατά του επιτυχόντος την ακύρωσιν αυτής με την αγωγήν του αδικαιολογήτου πλουτισμού.
Η αγωγή αύτη παραγράφεται μετά πέντε έτη από της εκδόσεως της επιταγής. 
Αρθρο: 68
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι διατάξεις των άρθρων 64-67 εφαρμόζονται αναλόγως επί στερήσεως της επιταγής λόγω κλοπής, ληστείας, πειρατείας ή επί καταστροφής αυτής. 
Αρθρο: 69
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι διατάξεις των άρθρων 64-67 εφαρμόζονται και επί επιταγής εις τον κομιστήν (ανωνύμου επιταγής). 
Αρθρο: 70
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η ικανότης του προσώπου, όπερ υποχρεούται εξ επιταγής, ρυθμίζεται υπό του εγχωρίου αυτου Νόμου. Εάν ο εγχώριος ούτος Νόμος κηρύττη εφαρμοστέον τον Νόμον άλλης Χώρας εφαρμόζεται ο τελευταίος ούτος Νόμος.
Το πρόσωπον, το οποίον είναι ανίκανον κατά τον εν τη προηγουμένη παραγράφω Νόμον, υποχρεούται εν τούτοις εγκύρως, εάν υπέγραψεν εν τω εδάφει Χώρας κατά την νομοθεσίαν της οποίας το πρόσωπον τούτο είναι ικανόν. 
Αρθρο: 71
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο Νόμος της Χώρας, εν η η επιταγή είναι πληρωτέα, ορίζει τα πρόσωπα επί των οποίων δύναται η επιταγή να εκδοθή.
Εάν κατά τον Νόμον τούτον ο τίτλος είναι άκυρος ως επιταγή λόγω του προσώπου επί του οποίου εξεδόθη, αι υποχρεώσεις αι απορρέουσαι εκ των υπογραφών των επί του τίτλου εις άλλας Χώρας τιθεμένων, των οποίων οι Νόμοι δεν περιέχουσι την ειρημένην διάταξιν, είναι ουχ ήττον ισχυραί. 
Αρθρο: 72
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο τύπος των εξ επιταγής υποχρεώσεων ρυθμίζεται υπό του Νόμου της Χώρας εν τω εδάφει της οποίας αι υποχρεώσεις αύται ανελήφθησαν δι' υπογραφής. Ουχ ήττον αρκεί η τήρησις των τύπων των οριζομένων υπό του Νόμου της Χώρας της πληρωμής.
Εν τούτοις, εάν αι εξ επιταγής της υπογραφής αναληφθείσαι υποχρεώσεις δεν είναι μεν ισχυραί κατά τας διατάξεις της προηγουμένης παραγράφου, αλλά είναι σύμφωνοι προς τον Νόμον της Χώρας ένθα υποχρέωσις μεταγενεστέρα ανελήφθη δι' υπογραφής, το γεγονός ότι αι πρώται υποχρεώσεις είναι κατά τύπους άτακτοι, δεν αίρει το κύρος της μεταγενεστέρας υποχρεώσεως. 
Αρθρο: 73
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο Νόμος της Χώρας εν τω εδάφει της οποίας αι εξ επιταγής υποχρεώσεις ανελήφθησαν δι' υπογραφής, ρυθμίζει τα αποτελέσματα των υποχρεώσεων τούτων. 

Αρθρο: 74
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι προθεσμίαι της ασκήσεως της αγωγής ρυθμίζονται δια πάντας τους υπογραφείς υπό του Νόμου της Χώρας της εκδόσεως του τίτλου. 
Αρθρο: 75
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο Νόμος της Χώρας ένθα η επιταγή είναι πληρωτέα ορίζει:
είναι αναγκαίως εν όψει ή εάν δύναται να εκδοθή επί προθεσμία από της όψεως και επίσης τίνα είναι τα αποτελέσματα της μεταχρονολογήσεως. 2) Την προθεσμίαν της εμφανίσεως. 3) Εάν η επιταγή δύναται να γίνη αποδεκτή, να βεβαιωθή, να επικυρωθή ή να θεωρηθή και τίνα είναι τα αποτελέσματα των μνειών τούτων. 4) Εάν ο κομιστής δύναται ν' απαιτήση ή εάν υποχρεούται να δεχθή μερικήν πληρωμήν. 5) Εάν η επιταγή δύναται να είναι δίγραμμος ή δύναται να περιέχη την ρήτραν "εις λογαριασμόν" ή ισοδύναμον έκφρασιν και τίνα είναι τα αποτελέσματα της διγραμμίσεως ή της ρήτρας ταύτης ή της ισοδυνάμου ταύτης εκφράσεως. 6) Εάν ο κομιστής έχη ειδικά δικαιώματα επί της προβλέψεως και ποία η φύσις αυτών. 7) Εάν ο εκδότης δύναται ν' ανακαλέση την επιταγήν ή να προβή εις αντίστασιν κατά της πληρωμής αυτής. 8) Τα ληπτέα μέτρα εν περιπτώσει απωλείας ή κλοπής της επιταγής. 9) Εάν το διαμαρτυρικόν ή η ισοδύναμος βεβαίωσις είναι αναγκαία δια την διατήρησιν του δικαιώματος της αναγωγής εναντίον των οπισθογράφων, του εκδότου και των άλλων υποχρέων. 
Αρθρο: 76
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο τύπος και αι προθεσμίαι του διαμαρτυρικού ως και ο τύπος των άλλων πράξεων των αναγκαίων προς άσκησιν ή προς διατήρησιν υπό των Νόμων της Χώρας εν τω εδάφει της οποίας συντάσσεται το διαμαρτυρικόν ή ενεργείται η περι ής πρόκειται πράξις. 

Αρθρο: 77
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Αι περί συναλλαγματικής αστικαί δικανομικαί διατάξεις εφαρμόζονται αναλόγως και επί επιταγής. 
Αρθρο: 78
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η ισχύς των εκ της επιταγής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δεν θίγεται εκ της μη τηρήσεως των διατάξεων περί χαρτοσημάνσεως αυτής.
Η άσκησις όμως των εκ της επιταγής δικαιωμάτων αναστέλλεται μέχρι της νομίμου χαρτοσημάνσεως αυτής δια καταβολής του νομίμου χαρτοσήμου και των νομίμων προστίμων. 
Αρθρο: 79
Ημ/νία: 04.07.2006
Κείμενο Αρθρου
1. Ο εκδίδων επιταγήν μη πληρωθείσαν επί πληρωτού παρ' ω δεν έχει αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά τον χρόνον της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής ταύτης, τιμωρείται δια φυλακίσεως τουλάχιστον τριών μηνών και χρηματικής ποινής τουλάχιστον δέκα χιλιάδων δραχμών.
2. Επιβάλλεται φυλάκισις τουλάχιστον ενός έτους α) εάν ο υπαίτιος μετέρχηται την εν παρ. 1 πράξιν κατ' επάγγελμα ή κατά συνήθεια ή β) εάν αι περιστάσεις υφ' άς ετελέσθη η πράξις μαρτυρούν ότι ο υπαίτιος είναι ιδιαιτέρως επικίνδυνος. Εις τας περιπτώσεις ταύτας το δικαστήριον, δια της αυτής αποφάσεως, διατάσσει την δια του τύπου δημοσίευσιν, επιμελεία του εισαγγελέως, περιλήψεως της καταδικαστικής αποφάσεως, της σχετικής δαπάνης περιλαμβανομένης εις τα, κατά το άρθρ.581 του Κωδ. Ποιν. Δικονομίας, έξοδα.
"3. Το αξιόποινο της πραξης της παρ. 1 εξάλειφεται αν ο υπαίτιος αποζημίωσε πλήρως τον κομιστή μετά τη νόμιμη εμφάνιση και μη πληρωμή της επιταγής".
4. Η εισαγωγή εις το ακροατήριον των κατά τας διατάξεις του παρόντος διωκομένων πράξεων γινεται δι' απευθείας κλήσεως και άνευ προανακρίσεως".
«5. Η ποινική δίωξη ασκείται με έγκληση του κομιστή της επιταγής που δεν πληρώθηκε η του εξ αναγωγής υπόχρεου ο οποίος την εξόφλησε και έγινε κομιστής της. Ο εξ αναγωγής υπόχρεος ο οποίος εξόφλησε την επιταγή δικαιούται να λάβει αποζημίωση, σύμφωνα με τις διατάξεις του Αστικού Κώδικα για τις αδικοπραξίες (άρθρο 914 επ.)». 
Αρθρο: 80
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Ο εν γνώσει ψευδώς βεβαιών ενόρκως ενώπιον του προέδρου ότι απεστερήθη της επιταγής δι' απωλείας, υπεξαιρέσεως, κλοπής, ληστείας, πειρατείας ή καταστροφής αυτής, τιμωρείται κατά τας περί ψευδορκίας διατάξεις του ποινικού νόμου. 
Αρθρο: 81
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Η ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται από της 1 Ιαν.1934.
Αι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται μόνον επί των επιταγών των εκδοθησομένων μετά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος Νόμου. 
Αρθρο: 82
Ημ/νία: 01.01.1934
Κείμενο Αρθρου
Από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καταργείται ο Ν.1338 της 18/21 Απρ. 1918 περί τραπεζικής επιταγής και πάσα άλλη διάταξις αντικειμένη εις τον παρόντα Νόμον.
Αι διατάξεις περί προστασίας του εθνικού νομίσματος δεν θίγονται. 


Έννοιες : 

Ακάλυπτη είναι η επιταγή που δεν πληρώθηκε επειδή δεν υπάρχουν ίδια διαθέσιμα κεφάλαια του εκδότη. 

Ακάλυπτη όμως είναι και η επιταγή που έχει εκδοθεί με χρέωση λογαριασμού τρίτου προσώπου ( άρθρο 6 Ν. 5960/1933 ) και δεν πληρώθηκε επειδή δεν υπήρξαν διαθέσιμα στον λογαριασμό του τρίτου αυτού που υπέδειξε ο εκδότης . 
Ακάλυπτη μπορεί να είναι και η μεταχρονολογημένη επιταγή , αυτή δηλαδή που φέρει χρονολογία εκδόσεως μεταγενέστερη από την πραγματική . Η νομολογία του Αρείου Πάγου έχει δεχθεί πως η επιταγή είναι ακάλυπτη , όταν εμφανιστεί και δεν πληρωθεί ( λόγω έλλειψης κάλυψης ), σε οποιοδήποτε χρονικό από την ημέρα της πραγματικής εκδόσεως μέχρι την πάροδο της προθεσμίας προς εμφάνιση, η οποία υπολογίζεται από την επομένη της χρονολογίας εκδόσεως που αναγράφεται στην επιταγή . *
Ακάλυπτη επιταγή μπορεί να υπάρξει και σε περίπτωση πρόωρης ανάκλησης της . Η πρόωρη ανάκληση της επιταγής καθιστά τα υπάρχοντα κεφάλαια μη διαθέσιμα για την συγκεκριμένη επιταγή . Αποτελεί δηλαδή η ανάκληση εντολή του πελάτη προς την τράπεζα , να μην διαθέσει τα κεφάλαια που έχει στα χέρια της για την πληρωμή της συγκεκριμένης επιταγής . 

Νομολογία:
* Α.Π. 186/1983 : «Τραπεζική επιταγή ακάλυπτη - Στοιχεία του εγκλήματος έκδοσης τραπεζικής επιταγής που δεν πληρώθηκε είναι η έλλειψη πρόβλεψης κατά το χρόνο της έκδοσης ή της πληρωμής της και γνώση του εκδότη για την έλλειψη πρόβλεψης. Η γνώση της έλλειψης από το λήπτη της επιταγής δεν αίρει τον άδικο χαρακτήρα της πράξης. Στην μεταχρονολογημένη τραπεζική επιταγή το χρονικό διάστημα εμφάνισης προς πληρωμή αρχίζει από την επόμενη ημέρα της πραγματικής έκδοσής της μέχρι και την όγδοη ημέρα, που αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσης που αναγράφεται πάνω στην επιταγή.»



Επίσης σχετική και η : 
Αριθμός 1575/2005

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Στ΄ ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ



Περίληψη :

Ακάλυπτη επιταγή. Αναίρεση. Αβάσιμοι οι λόγοι έλλειψης αιτιολογίας και 
εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής, διότι με σαφήνεια εκτίθεται η γνώση του 
εκδότη ανυπαρξίας κεφαλαίων το χρόνο πληρωμής χωρίς να ασκεί επιρροή ή 
εσωτερική σχέση εκδότη και λήπτη αφού δεν ερευνάται η αιτία έκδοσης της 
επιταγής. Μεταχρονολογημένη επιταγή. Η εμφάνιση προς πληρωμή μπορεί να γίνει 
από την επομένη της πραγματικής έκδοσης μέχρι την όγδοη ημέρα από την επομένη 
της ημέρας που σημειώνεται ως ημέρα έκδοσης.


Κείμενο απόφασης : 


Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Θεόδωρο Λαφαζάνο, Αντιπρόεδρο, Θεόδωρο 
Μπάκα, Σταμάτιο Γιακουμέλο, Νικόλαο Συρόπουλο και Γεώργιο Σαραντινό-Εισηγητή, 
Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 8 Φεβρουαρίου 2005,
με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Χρήστου Λάμπρου (γιατί 
κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Πελαγίας Λόζιου,

για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσειόντος-κατηγορουμένου 
......................, κατοίκου Αττικής, που εκπροσωπήθηκε από τον 
πληρεξούσιο δικηγόρο του Ζ. Κ., περί αναιρέσεως της 76800/2002 
απόφασης του Τριμελούς Πλημ/κείου Αθηνών.

Το Τριμελές Πλημ/κείο Αθηνών, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα 
λεπτομερώς αναφέρονται σ΄ αυτή, και ο αναιρεσείων-κατηγορούμενος ζητεί την 
αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 30-5-2003 αίτηση
του αναιρέσεως, καθώς και στους από 14-1-2005 προσθέτους λόγους, οι οποίοι 
καταχωρίστηκαν στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1234/2003.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντος, που ζήτησε όσα αναφέρονται
στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να απορριφθεί η 
προκείμενη αίτησης αναίρεσης.



ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

1.- Κατά το άρθρο 79 παρ.1 του ν.5960/1933 «περί επιταγής», όπως 
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του ν.1325/1972, όποιος εκδίδει επιταγή που
δεν πληρώθηκε από τον πληρωτή, γιατί δεν είχε σε αυτόν αντίστοιχα διαθέσιμα 
κεφάλαια κατά το χρόνο της εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, 
τιμωρείται με τις προβλεπόμενες εκεί ποινές. Από τη διάταξη αυτή, προκύπτει, 
ότι το έγκλημα της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και γι` αυτό 
απαιτείται, για τη στοιχειοθέτησή του, αφενός έκδοση έγκυρης επιταγής, που 
συντελείται με τη συμπλήρωση των από το νόμο απαιτούμενων στοιχείων επί
του εντύπου και τη θέση της υπογραφής του εκδότη και, αφετέρου, έλλειψη, 
αντιστοίχων, διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή, κατά το χρόνο οπωσδήποτε της 
πληρωμής, και γνώση του εκδότη για την έλλειψη αυτή, χωρίς να εξετάζεται το 
έγκυρο ή άκυρο ή υποστατό της υποκείμενης σχέσης. Το αξιόποινο του εγκλήματος 
της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής δεν επηρεάζεται από την έλλειψη κάθε αιτίας
ή οφειλής του εκδότη, γιατί το έγκλημα αυτό, ενόψει της φύσεως της επιταγής 
ως χρηματικού μέσου πληρωμής και της ανάγκης προστασίας των συναλλαγών, 
πραγματώνεται με μόνη την έκδοση ή μη πληρωμή της ακάλυπτης επιταγής, χωρίς 
να ασκεί επιρροή η εσωτερική σχέση μεταξύ εκδότη και λήπτη της επιταγής, 
δεδομένου ότι στο πεδίο του ποινικού δικαίου δεν ερευνάται η αιτία έκδοσης. 
Ούτε αίρεται το άδικο της πράξης, αν η ενσωματωμένη στην επιταγή απαίτηση 
είναι μη αγώγιμη ή δεν μπορεί να αντιταχθεί κατά του εκδότη, λόγω του 
ανύπαρκτου ή παράνομου της αιτίας. Αρκεί η επιταγή ως αξιόγραφο να έχει τα 
τυπικά στοιχεία της εγκυρότητας. Περαιτέρω, από το συνδυασμό της πιο πάνω 
διάταξης του άρθρου 79 παρ.1 του ν.5960/1933 με εκείνες των άρθρων 28, 29
και 56 του ίδιου νόμου, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος 
της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, απαιτείται, εκτός των άλλων στοιχείων, και
η εμφάνιση της επιταγής προς πληρωμή στην πληρώτρια τράπεζα, εντός οκτώ 
ημερών από την επόμενη ημέρα της έκδόσής της. Ειδικά επί μεταχρονολογημένης 
επιταγής, δηλαδή επιταγής που φέρει ημερομηνία έκδοσης μεταγενέστερη από την 
πραγματική, η εμφάνιση προς πληρωμή μπορεί να γίνει κατά οποιαδήποτε ημέρα 
του χρονικού διαστήματος που αρχίζει από την επομένη της πραγματικής έκδοσης 
της επιταγής αυτής και λήγει την ημέρα που παρέρχεται η προθεσμία προς 
εμφάνισή της, δηλαδή την όγδοη ημέρα από την επομένη της ημέρας που 
σημειώνεται ως ημέρα της έκδοσης (Ολ.ΑΠ 123/1981, Ολ.ΑΠ 46/1980).

2.- Εξάλλου, η καταδικαστική απόφαση έχει την απαιτούμενη, κατά τα άρθρα 93 
παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, 
η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ του ΚΠΔ
λόγο αναίρεσης, όταν σε αυτή περιέχονται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς 
αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την διαδικασία στο 
ακροατήριο, σχετικά με τα υποκειμενικά και τα αντικειμενικά στοιχεία του 
εγκλήματος, οι αποδείξεις επί των οποίων θεμελιώνονται τα περιστατικά αυτά, 
καθώς και οι σκέψεις με τις οποίες το δικαστήριο υπήγαγε τα περιστατικά που 
αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινή διάταξη που εφάρμοσε. Για την ύπαρξη 
τέτοιας αιτιολογίας, είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του σκεπτικού με το 
διατακτικό που αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο, και αρκεί να αναφέρονται τα 
αποδεικτικά μέσα γενικά, χωρίς να απαιτείται να εκτίθεται τι προέκυψε από το 
καθένα, ούτε να γίνεται αξιολογική συσχέτιση μεταξύ τους. Η αιτιολογία αυτή 
πρέπει να επεκτείνεται και στους αυτοτελείς ισχυρισμούς, δηλαδή εκείνους που 
προβάλλονται στο δικαστήριο της ουσίας από τον κατηγορούμενο ή το συνήγορό 
του και τείνουν στην άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης, της ικανότητας 
προς καταλογισμό ή στη μείωση αυτής, στην εξάλειψη του αξιοποίνου ή στη 
μείωση της ποινής, υπό την προϋπόθεση ότι οι ισχυρισμοί αυτοί έχουν προβληθεί 
κατά τρόπο σαφή και ορισμένο. Ισχυρισμός, όμως, που αποτελεί άρνηση 
αντικειμενικού ή υποκειμενικού στοιχείου του εγκλήματος και, συνεπώς, της 
κατηγορίας ή υπερασπιστικό επιχείρημα, δεν είναι αυτοτελής, με την παραπάνω 
έννοια, και, συνακόλουθα, το δικαστήριο της ουσίας δεν έχει υποχρέωση να 
αιτιολογήσει ειδικά την απόρριψή του. Τέλος, κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Ε 
του ΚΠΔ, λόγο αναίρεσης της απόφασης συνιστά και η εσφαλμένη ερμηνεία ή 
εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διάταξης 
υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σε αυτή διαφορετική έννοια από εκείνη, 
που πραγματικά έχει, ενώ εσφαλμένη εφαρμογή υφίσταται όταν το δικαστήριο δεν 
υπήγαγε ορθά τα πραγματικά περιστατικά που δέχθηκε ότι αποδείχθηκαν, στη 
διάταξη που εφαρμόστηκε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής 
διάταξης υπάρχει και όταν η παραβίαση αυτής γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που 
συμβαίνει όταν στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του 
σκεπτικού προς το διατακτικό της και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητά 
του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με 
αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος για την ορθή ή μη 
εφαρμογή του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.

3.- Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη 
76.800/2002 απόφαση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, που, δικάζοντας 
κατ` έφεση, την εξέδωσε, δέχθηκε, κατά την αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα 
πράγματα κρίση του, με επιτρεπτή αλληλοσυμπλήρωση σκεπτικού και διατακτικού, 
μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ` είδος αναφερόμενων στην εν λόγω 
απόφαση αποδεικτικών μέσων, ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά 
περιστατικά: Ο κατηγορούμενος, στην Αθήνα, από 25-3-98 έως 28-2-99, με 
περισσότερες από μία πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ίδιου εγκλήματος, 
εξέδωσε με πρόθεση επιταγές που δεν πληρώθηκαν στον κομιστή γιατί δεν
είχε τα αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της πληρωμής και πιο 
συγκεκριμένα τις επιταγές με αριθ. 1) 96306898/28-5-98, 2) 96308661/25-3-98, 
3) 96308662/28-6-98, 4) 96308663/30-9-98, 5) 96308664/30-12-98 και 6) 
96308665/28-2-99 για να πληρωθούν από την Τράπεζα ......... Ειδικότερα ο 
κατηγορούμενος, στους παραπάνω τόπο και χρόνους, εξέδωσε τις υπ` αριθμ. 
96308661, 96306898, 96308662, 96308663, 96306664 και 96308665 επιταγές 
αντίστοιχα, ποσού 3.000.000, 2.000.000, 3.000.000, 3.000.000, 3.000.000 και 
3.000.000 δρχ. αντίστοιχα, πληρωτέες από την Τράπεζα ........ σε διαταγή του 
εγκαλούντος ............. η δεύτερη και σε διαταγή .......... οι λοιπές, και 
των οποίων νόμιμος κομιστής εξ οπισθογραφήσεως είναι ο εγκαλών ............ 
Οι επιταγές αυτές εμφανίστηκαν από τον εγκαλούντα στην πληρώτρια πιο πάνω 
Τράπεζα για πληρωμή την 1-4-1998, 29-5-1998, 28-5-1998, 28-5-1998, 28-5- 1998 
και 28-5-1998 αντίστοιχα, αλλά δεν πληρώθηκαν, γιατί δεν είχε τα αντίστοιχα 
διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της πληρωμής, το γεγονός δε αυτό γνώριζε ο 
κατηγορούμενος. Οι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου, ότι δεν είχε υποχρέωση 
πληρωμής των παραπάνω επιταγών γιατί α) αυτές ήταν προϊόν απάτης που 
διαπράχθηκε σε βάρος του από το λήπτη ............, β) είχε συμφωνήσει με
τον τελευταίο ότι οι εν λόγω επιταγές δεν θα μεταβιβαζόταν σε τρίτους πριν 
παρέλθει η αναγραφόμενη σ` αυτές ως ημερομηνία εκδόσεώς τους και μόνο για την 
κάλυψη αναγκών της εταιρείας «............», και γ) η συμμετοχή του στην ως 
άνω εταιρία «..............», για την οποία δόθηκαν οι επιταγές ματαιώθηκε το 
Μάρτιο του 1998, ουδεμία έννομη επιρροή ασκούν επί του προκειμένου αδικήματος 
της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, δεδομένου ότι επί του αδικήματος αυτού δεν 
ασκεί επιρροή ή εσωτερική σχέση των διαδίκων, εκδότη και λήπτη της επιταγής, 
αφού δεν ερευνάται η αιτία εκδόσεως της επιταγής. Για τον ίδιο λόγο είναι 
απορριπτέοι και οι ισχυρισμοί του κατηγορουμένου περί του ότι η μη πληρωμή 
των επιταγών, ενόψει των ανωτέρω, έγινε κατ` ενάσκηση νομίμου δικαιώματος, 
άλλως για να αποτρέψει παρόντα και αναπότρεπτο κίνδυνο που απειλούσε την 
περιουσία του, λόγοι που αποκλείουν τον άδικο χαρακτήρα της πράξεως. Τέλος, ο 
ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί συγγνωστής νομικής πλάνης, διότι πίστευε, 
μετά από συμβουλές αρμοδίων τραπεζικών και νομικών, ότι είχε δικαίωμα να 
προβεί στην ανάκληση των επιταγών, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος κατ` ουσίαν, 
αφού, όπως προκύπτει από τη βεβαίωση της πληρώτριας Τράπεζας επί του σώματος 
των επιδίκων επιταγών, αυτές δεν πληρώθηκαν, λόγω ελλείψεως αντιστοίχων 
διαθεσίμων κεφαλαίων κατά το χρόνο της πληρωμής και όχι λόγω ανακλήσεώς τους 
από τον εκδότη. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα παραπάνω ο κατηγορούμενος τέλεσε την 
αξιόποινη πράξη που του αποδίδεται με το κατηγορητήριο και πρέπει να κηρυχθεί 
ένοχος..». Στη συνέχεια, το παραπάνω Δικαστήριο κήρυξε τον κατηγορούμενο 
ένοχο για την αξιόποινη πράξη της έκδοσης ακάλυπτων επιταγών κατ` 
εξακολούθηση και του επέβαλε τις εκεί αναφερόμενες ποινές (φυλάκισης και 
χρηματική), την εκτέλεση της πρώτης από τις οποίες ανέστειλε επί τρία έτη. Με 
αυτά που δέχθηκε το παραπάνω Δικαστήριο, δεν περιορίστηκε σε απλή αντιγραφή 
του διατακτικού, αλλά διέλαβε στην απόφασή του αυτοτελή και μάλιστα την από 
τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη 
αιτιολογία, με την έννοια που προεκτέθηκε, διότι εκθέτει σε αυτή, με 
πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά 
περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία, σε σχέση με το
πιο πάνω έγκλημα, για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, καθώς επίσης
και τις σκέψεις και τους νομικούς συλλογισμούς, με βάση τους οποίους προέβη 
στην υπαγωγή των περιστατικών αυτών στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις
που εφάρμοσε, ενώ, περαιτέρω, μνημονεύει τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία 
προέκυψαν τα πιο πάνω περιστατικά, τα οποία, όπως προκύπτει από την 
προσβαλλόμενη απόφαση, έλαβε υπόψη του και εκτίμησε στο σύνολό τους, χωρίς 
καμία εξαίρεση. Τα παραπάνω ισχύουν ειδικότερα και ως προς την απόρριψη των 
ισχυρισμών του αναιρεσείοντος για το ότι οι επίμαχες επιταγές εκδόθηκαν για 
αιτία παράνομη και, συνεπώς, είναι άκυρες ή ακυρώσιμες, ότι παραδόθηκαν στο 
λήπτη Β. Τ. μεταχρονολογημένες, με συγκεκριμένες χρονολογίες εμφάνισης 
προς πληρωμή, επειδή ενσωμάτωναν μελλοντικές δόσεις του ανταλλάγματος που 
συμφωνήθηκε για τη μελλοντική συμμετοχή (κατά ποσοστό 40%) του αναιρεσείοντος 
στην επιχείρηση του λήπτη «...........», και δεν οφείλονταν ούτε μπορούσαν να 
κυκλοφορήσουν πριν παρέλθει η αναγραφόμενη σε καθεμία χρονολογία εμφάνισης, 
ότι η συμφωνία με τον λήπτη ματαιώθηκε τον Μάρτιο του 1998 και, από τότε, δεν 
οφείλονταν οι πιο πάνω δόσεις, παρ` όλα αυτά, όμως, οι επιταγές κυκλοφόρησαν 
και εμφανίστηκαν προς πληρωμή, ότι, επομένως, νόμιμα ο αναιρεσείων, κατ` 
ενάσκηση δικαιώματος (άρθρο 20 του ΠΚ), ή λόγω συνδρομής κατάστασης ανάγκης 
(άρθρο 32 του ΠΚ) ή λόγω συγγνωστής νομικής του πλάνης (άρθρο 31 παρ.2 του 
ίδιου Κώδικα), ανακάλεσε και δεν πλήρωσε τις παραπάνω επιταγές. Υπάρχει, 
δηλαδή, και γι` αυτήν, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία. Ειδικότερα
ως προς τον τελευταίο ισχυρισμό (για ύπαρξη νομικής πλάνης), το πιο πάνω 
Δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει την απορριπτική γι` αυτόν κρίση 
του, διότι αυτός ήταν αόριστος, ενόψει του ότι γίνεται σε αυτόν λόγος για 
ανάκληση των επιταγών, ενώ αυτές δεν πληρώθηκαν, εξαιτίας έλλειψης διαθεσίμων 
κεφαλαίων, δεν αναφέρονται τα ονοματεπώνυμα των ειδικών (τραπεζικού και 
νομικού) που συνέστησαν στον αναιρεσείοντα την ανάκληση των επιταγών, ούτε
τα επίσης αναγκαία για το ορισμένο του ισχυρισμού αυτού, προσδιοριστικά
της προσωπικής κατάστασης του αναιρεσείοντος στοιχεία, όπως η ηλικία, το 
επάγγελμα, οι πνευματικές ικανότητες κλπ, παρά ταύτα, όμως, προέβη σε
επαρκή αιτιολόγηση της απόρριψης και του ισχυρισμού αυτού. Περαιτέρω, όπως 
σαφώς προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, οι επίμαχες επιταγές ήταν 
μεταχρονολογημένες, γεγονός που ρητά παραδέχεται ο αναιρεσείων, τόσο με το 
αναιρετήριο, όσο και κατά τη διατύπωση των πιο πάνω ισχυρισμών του στο 
Δικαστήριο της ουσίας και, συνεπώς, δεν υπάρχει αντίφαση ή λογικό κενό στην 
προσβαλλόμενη απόφαση από το γεγονός ότι η εμφάνιση τεσσάρων από τις πιο πάνω 
επιταγές στην πληρώτρια Τράπεζα, προς πληρωμή, έγινε από τον κομιστή τους, 
που είχε το σχετικό δικαίωμα, πριν από την αναγραφόμενη σε καθεμία από αυτές 
χρονολογία έκδοσης. Ορθά, κατά συνέπεια, ερμήνευσε και εφάρμοσε το παραπάνω 
Δικαστήριο τη διάταξη του άρθρου 79 παρ.1 του ν.5960/1933, σε συνδυασμό με 
εκείνες των άρθρων 28, 29 εδ.α και 56 του ίδιου νόμου τις οποίες (όπως και 
εκείνες των άρθρων 20,25, 32 και 31 παρ.2 του ΠΚ) ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου 
παραβίασε, και, συνακόλουθα, οι πρώτος λόγος του αναιρετηρίου και ο δεύτερος 
λόγος αυτού και ο μοναδικός πρόσθετος λόγος, από τις διατάξεις των άρθρων 510 
παρ.1 στοιχ.Δ και Ε του ΚΠΔ, αντίστοιχα, με τους οποίους υποστηρίζονται τα 
αντίθετα, είναι αβάσιμοι.

6.- Με βάση όσα έχουν εκτεθεί, πρέπει να απορριφθούν η κρινόμενη αίτηση 
αναίρεσης και οι πρόσθετοι λόγοι και να καταδικαστεί ο αναιρεσείων στα 
δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 του ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 30 Μαϊου 2003 αίτηση του ...................... της 
76800/2002 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών, καθώς και τους 
από 14 Ιανουαρίου 2005 πρόσθετους λόγους. Και

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα, που ανέρχονται σε 
διακόσια δέκα (210) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε, στην Αθήνα, στις 18 Φεβρουαρίου 2005. Και

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις
28 Ιουνίου 2005.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ


------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------



Παραθέτω κάποιες αποφάσεις σχετικές με την έκδοση ακάλυπτων επιταγών . Σημειώνω πως υπάρχουν πάρα πολλές . Επιλεκτικά παρουσιάζω τις παρακάτω, οι οποίες κατά την γνώμη μου είναι πιο σημαντικές . 




1) Αριθμός 1047/2005
Δικαστήριο του Αρείου Πάγου
Ε` Ποινικό Τμήμα



Περίληψη :


Εκδοση ακάλυπτης επιταγής. Στοιχειοθέτηση του εγκλήματος. Το αξιόποινο του 
εγκλήματος δεν επηρεάζεται από την έλλειψη αιτίας ή οφειλής του εκδότη, αφού 
στο πεδίο του ποινικού δικαίου δεν εξετάζεται η αιτία έκδοσης ή μεταβίβασης 
της επιταγής. Απόρριψη ισχυρισμού για έλλειψη δόλου λόγω εκδόσεως επιταγής 
ευκολίας.


Κείμενο απόφασης :

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Στυλιανό Μοσχολέα, Αντιπρόεδρο, Ανδρέα 
Μοσχανδρέου, Γεώργιο Ναυπλιώτη, Πολύκαρπο Βούλγαρη Εισηγητή και Δημήτριο 
Κιτρίδη, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του την 1η Απριλίου 2005, με την 
παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ελευθερίου Βορτσέλα (γιατί 
κωλύεται ο Εισαγγελέας) και της Γραμματέως Χριστίνας Σταυροπούλου, για να 
δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντος κατηγορουμένου .............. 
κατοίκου Πανοράματος Θεσσαλονίκης, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον 
πληρεξούσιο δικηγόρο του Α. Μ., για αναίρεση της υπ` αριθμ. 
6052/2004 απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης.

Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του, 
διέταξε όσα αναφέρονται σ` αυτή, και ο αναιρεσείων κατηγορούμενος ζητεί 
τώρα την αναίρεση της απόφασης αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην 
από 29 Σεπτεμβρίου 2004 αίτησή του αναιρέσεως, η οποία καταχωρίστηκε στο 
οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1668/2004.

Αφού άκουσε τον πληρεξούσιο του αναιρεσείοντος - κατηγορουμένου, που με 
προφορική ανάπτυξη ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον 
Αντεισαγγελέα, ο οποίος πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Κατά το άρθρο 79 παρ. 1 και 3 του ν. 5960/1933 «περί επιταγής», όπως η 
παράγρ. 1 αντικ. με το άρθρο 1 του ν. 1325/1972 και η παραγρ. 3 με το άρθρο 4 
παρ. 1β` του ν. 2408/96, όποιος εκδίδει επιταγή που δεν πληρώθηκε από το 
πληρωτή, γιατί δεν είχε αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της 
εκδόσεως της επιταγής ή της πληρωμής της, τιμωρείται με τις προβλεπόμενες 
εκεί ποινές. Το αξιόποινο της πράξης της παρ. 1 εξαλείφεται αν ο υπαίτιος 
αποζημίωσε πλήρως τον κομιστή μετά τη νόμιμη εμφάνιση και μη πληρωμή της 
επιταγής. Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει, ότι το έγκλημα της έκδοσης 
ακάλυπτης επιταγής είναι τυπικό και γιαυτό απαιτείται για τη στοιχειοθέτησή 
του, αφενός έκδοση έγκυρης επιταγής, που συντελείται με τη συμπλήρωση των υπό 
του νόμου απαιτουμένων στοιχείων επί του εντύπου και τη θέση της υπογραφής 
του εκδότη και αφετέρου έλλειψη αντιστοίχων διαθεσίμων κεφαλαίων στον 
πληρωτή, κατά το χρόνο οπουδήποτε της πληρωμής και γνώση του εκδότη για την 
έλλειψη αυτή, χωρίς να εξετάζεται το έγκυρο, άκυρο ή υποστατό της υποκειμένης 
σχέσεως. Το αξιόποινο του εγκλήματος της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής δεν 
επηρεάζεται από την έλλειψη αιτίας ή οφειλής του εκδότη, γιατί το έγκλημα 
αυτό, ενόψει της φύσεως της επιταγής ως χρηματικού μέσου πληρωμής και της 
ανάγκης προστασίας των συναλλαγών πραγματώνεται με μόνη την έκδοση ή μη 
πληρωμή της ακάλυπτης επιταγής, χωρίς να ασκεί επιρροή η εσωτερική σχέση 
μεταξύ εκδότη και λήπτη της επιταγής, δεδομένου ότι στο πεδίο του ποινικού 
δικαίου δεν ερευνάται η αιτία εκδόσεως ή μεταβίβασης της επιταγής. Στην 
προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό σε συνδυασμό με το 
διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης το Τριμελές Πλημμελειοδικείο 
Θεσσαλονίκης που δίκασε ως εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των 
μνημονευομένων στο σκεπτικό του αποδεικτικών μέσων δέχθηκε ανελέγκτως ότι 
αποδείχθηκαν τα εξής πραγματικά περιστατικά: «Ο κατηγορούμενος στη 
Θεσσαλονίκης στις 18-7-1997 εξέδωσε επιταγή μη πληρωθείσα από την πληρώτρια 
Τράπεζα στην οποία δεν είχε διαθέσιμα κεφάλαια κατά το χρόνο της εκδόσεως της 
επιταγής και κατά το χρόνο της πληρωμής αυτής. Συγκεκριμένα εξέδωσε την υπ` 
αριθμ. 0521399-1 επιταγή από 12.000.000 δρχ. εις διαταγή της «..........» 
προς τη ...........(Υποκ/μα ...................) παρόλο που γνώριζε 
ότι στο λογαριασμό του δεν είχε αντίστοιχα διαθέσιμα κεφάλαια για την πληρωμή 
της κατά το χρόνο της εκδόσεώς της ή της πληρωμής της και η οποία αν και 
εμφανίσθηκε προς πληρωμή εμπρόθεσμα στην παραπάνω πληρώτρια Τράπεζα στις 18-
7-1997 δεν πληρώθηκε λόγω ελλείψεως διαθεσίμων κεφαλαίων .Ο ισχυρισμός που 
προβλήθηκε από τον πληρεξούσιο του κατηγορουμένου περί επιταγής ευκολίας και 
ελλείψεως συνεπώς δόλου του κατηγορουμένου δεν αποδείχθηκε από κανένα 
αποδεικτικό στοιχείο». Κατέληξε δε στη συνέχεια το Δικαστήριο με βάση τις 
παραδοχές του αυτές στην καταδίκη του κατηγορουμένου σε φυλάκιση 15 μηνών για 
παράβαση του άρθρου 79 παρ. 1 του ν. 5960/1933 όπως ισχύει τώρα. Με αυτά που 
δέχθηκε το δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλομένη απόφασή του την 
από τις διατάξεις των άρθρων 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδική 
και εμπεριστατωμένη αιτιολογία αφού εκθέτει σ` αυτή με σαφήνεια, πληρότητα 
και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν 
από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και 
υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης για την οποία καταδικάσθηκε ο 
αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες πείσθηκε γι αυτά, καθώς επίσης τους 
συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στην ουσιαστική 
ποινική διάταξη του άρθρου 79 παρ. 3 του ν. 5960/1933 όπως αυτό 
αντικαταστάθηκε με το άρθρο 4 παρ. 1ω` του ν. 2408/96, την οποία ορθά 
ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ούτε ευθέως ούτε εκ πλαγίου. 

Ειδικότερα απάντησε στον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος ότι η ένδικη επιταγή 
είναι επιταγή ευκολίας, καίτοι ο ισχυρισμός αυτός δεν ασκεί επιρροή στην 
ευθύνη του εκδότη από την έκδοση ακάλυπτης επιταγής, καθότι ανάγεται στην 
εσωτερική σχέση των διαδίκων και η διάταξη του άρθρου 79 του ν. 5960/33 
νομοθετήθηκε για να προστατεύσει τις συναλλαγές ενόψει και της φύσεως της 
επιταγής ως μέσον πληρωμής. Περαιτέρω δεν υπάρχει έλλειψη αιτιολογίας στην 
προσβαλλόμενη απόφαση με τη μορφή της τυπικής επανάληψης του διατακτικού ότι 
αιτιολογικά αυτής, όπως αβάσιμα αιτιάται ο αναιρεσείων, αφού, πέραν του ότι 
στο αιτιολογικό περιέχονται πραγματικά περιστατικά πλέον εκείνων που 
περιέχονται στο διατακτικό, το τελευταίο τούτο περιέχει εκτός των τυπικών 
στοιχείων του κατηγορητηρίου και τα αναγκαία κατά το νόμο πραγματικά 
περιστατικά αναλυτικά και με πληρότητα. Επίσης το ότι δεν μνημονεύει ειδικώς 
η απόφαση το από 30-1-1998 ιδιωτικό συμφωνητικό, δεν σημαίνει ότι το αγνόησε 
και δεν το έλαβε υπόψη της κατά την εκτίμηση των αποδείξεων. Όσον αφορά το 
δόλο που συνίσταται στη γνώση του κατηγορουμένου-εκδότη της επιταγής για την 
έλλειψη διαθεσίμων κεφαλαίων στον πληρωτή αυτής κατά το χρόνο εκδόσεως ή 
πληρωμής της επιταγής, ως υποκειμενικό στοιχείο ενυπάρχει κατά τα άρθρα 26 
παρ. 1 και 27 παρ. 1 του ΚΠΔ στη θέληση παραγωγής των συγκροτούντων την 
αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος πραγματικών περιστατικών και 
εξυπακούεται ότι συντρέχει από την πραγμάτωση των περιστατικών αυτών κατά τα 
προεκτεθέντα, ώστε να μην χρειάζεται, κατά τούτο, άλλη ειδική αιτιολογία, 
ούτε επίσης απαιτείται να αναφέρεται από ποιο αποδεικτικό μέσο ειδικά 
προέκυψε ο δόλος αυτός, ή και κάθε άλλη παραδοχή της προσβαλλόμενης απόφασης, 
αλλά αρκεί να αναφέρονται, όπως εν προκειμένω, κατ` είδος τα αποδεικτικά 
μέσα, η αξιολόγηση των οποίων και η συναγωγή με βάση αυτά συμπερασμάτων 
ανάγεται στην ουσιαστική περί των πραγμάτων κρίση του δικαστηρίου, η οποία 
δεν ελέγχεται αναιρετικά. Τέλος, η αιτίαση ότι το Δικαστήριο με την 
προσβαλλόμενη απόφασή του δεν έλαβε υπόψη τον αυτοτελή ισχυρισμό του 
αναιρεσείοντος περί εξοφλήσεως της ενσωματωμένης στην ένδικη επιταγή 
απαιτήσεως της εγκαλούσας, που έλαβε χώρα με στερητική αναδοχή του χρέους 
τούτου από τους εκπροσώπους της εταιρίας με την επωνυμία «...........», 
γεγονός το οποίο προκύπτει από το από 30-1-1998 ιδιωτικό συμφωνητικό 
που υπογράφηκε μεταξύ της εγκαλούσας και των εκπροσώπων της προαναφερόμενης 
εταιρίας, το οποίο συμφωνητικό αναγνώσθηκε στο ακροατήριο, είναι απορριπτέα 
ως απαράδεκτη. Τούτο δε καθόσον προϋπόθεση έρευνας τέτοιου αυτοτελούς 
ισχυρισμού αποτελεί η προβολή αυτού και δή κατά τρόπο σαφή και ορισμένο, με 
όλα δηλαδή τα πραγματικά περιστατικά που είναι αναγκαία κατά νόμο για τη 
θεμελίωσή του. Όμως τέτοιος ισχυρισμός δεν προβλήθηκε στο ακροατήριο, όπως 
προκύπτει από την παραδεκτή από το Δικαστήριο τούτο επισκόπηση των πρακτικών 
της δίκης κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Επομένως οι πρώτος 
και δεύτερος λόγοι αναιρέσεως από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ` και Ε` ΚΠΔ 
που αιτιώνται την προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και 
εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή της 
ουσιαστικής ποινικής διατάξεως του άρθρου 79 ν. 5960/1933 «περί επιταγής» που 
εφαρμόσθηκε, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι.

Επειδή ο τρίτος λόγος αναιρέσεως υπό το πρόσχημα ότι δήθεν το Εφετείο με την 
προσβαλλόμενη απόφασή του υπέπεσε στην από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η` ΚΠΔ 
πλημμέλεια της αρνητικής υπέρβασης της εξουσίας του με το να μη λάβει υπόψη 
του αυτεπαγγέλτως το ως άνω από 30-1-1998 ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης 
χρέους-αναδοχής χρέους και εγγύησης καθώς και τις υπεύθυνες δηλώσεις του 
..........από τις οποίες προκύπτει η έλλειψη δόλου αυτού και σε κάθε 
περίπτωση η εξάλειψη του αξιοποίνου της πράξης για την οποία καταδικάσθηκε ο 
αναιρεσείων λόγω αποσβέσεως της ενσωματωμένης στην ένδικη επιταγή απαιτήσεως, 
πλήττει την επί της ουσίας κρίση του Δικαστηρίου η οποία είναι ανέλεγκτη 
αναιρετικά. Επομένως πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος. Μετά από αυτά αφού 
δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως προς έρευνα πρέπει να απορριφθεί η 
κρινόμενη αίτηση αναιρέσεως και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά 
έξοδα (άρθρ. 583 παρ. 1 ΚΠΔ).

Για τους λόγους αυτούς

Απορρίπτει την από 20 Σεπτεμβρίου 2004 αίτηση αναιρέσεως του ............ 
κατά της υπ` αριθμ. 6052/2004 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου 
Θεσσαλονίκης που δίκασε ως Εφετείο. Και,

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια 
δέκα (210) Ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα, στις 12 Απριλίου 2005. Και,

Δημοσιεύθηκε, στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο, στις 26 
Απριλίου 2005.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου